Αναζήτηση:

Σεφέρης, Γιώργος (Σμύρνη, 1900 - Αθήνα, 1971)

Επάγγελμα: Ποιητής

Ημερομηνίες: 1900 - 1971

Σεφέρης, Γιώργος (Σμύρνη, 1900 - Αθήνα, 1971)

Σεφέρης, Γιώργος (Σμύρνη, 1900 - Αθήνα, 1971). Ποιητής, από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της νεωτερικής ποίησης στη χώρα μας, κεντρική μορφή της λογοτεχνικής γενιάς του '30, ο πρώτος Έλληνας που τιμήθηκε (1963) με βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας (πραγμ. όν. Γιώργος Σεφεριάδης) και διπλωμάτης. Πρωτότοκος γιος του διάσημου διεθνολόγου και λόγιου Στυλιανού Σεφεριάδη* και της Δέσπως Σεφεριάδη (το γένος Τενεκίδη), προέρχεται από λόγια οικογένεια. Εκτός από την πολυσχιδή πνευματική δραστηριότητα του πατέρα, και τα άλλα δύο παιδιά της οικογένειας Σεφεριάδη, η Ιωάννα Τσάτσου*) (μετέπειτα σύζυγος Κ. Τσάτσου) και ο Άγγελος (1905 - 1950) θα ασχοληθούν επίσης με τη λογοτεχνία. Με την κήρυξη του Α' Παγκόσμιου Πολέμου το 1914 η οικογένεια εγκαθίσταται στην Αθήνα, όπου ο Σεφέρης θα τελειώσει το γυμνάσιο. Θα φύγει κατόπιν στο Παρίσι για νομικές σπουδές (1918 - 24). Εκεί θα τον βρει η Μικρασιατική καταστροφή του 1922, γεγονός που θα σημαδέψει το συναισθηματικό του κόσμο και θα εκφραστεί ποικιλότροπα στην ποίησή του.

Το 1926 ο Σεφέρης αρχίζει τη σταδιοδρομία του στο Υπουργείο Εξωτερικών ως ακόλουθος. Μέχρι τον Πόλεμο θα υπηρετήσει ως υποπρόξενος και πρόξενος στο Λονδίνο (1931 - 34), πρόξενος στην Κορυτσά (1936 - 37) και σύμβουλος Τύπου στο Υπουργείο, στην Αθήνα (από τις αρχές του 1938). Με τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα, θα ακολουθήσει (1941) την ελληνική κυβέρνηση στην Κρήτη, και αργότερα στην Αλεξάνδρεια, τη Νότια Αφρική (Γιοχάννεσμπουργκ, Πρετόρια) και τη νότια Ιταλία. Μετά την Απελευθέρωση διορίστηκε διευθυντής του πολιτικού γραφείου του αντιβασιλέα - αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού* και στη συνέχεια θα υπηρετήσει ως σύμβουλος πρεσβείας στην Άγκυρα, το Λονδίνο και το Λίβανο (διαπιστευμένος και στη Συρία, την Ιορδανία και το Ιράκ). Θα τερματίσει την υπηρεσιακή του σταδιοδρομία ως πρεσβευτής στο Λονδίνο (1957 - 62), κατά τα κρίσιμα χρόνια που οδήγησαν στη δημιουργία του ανεξάρτητου κυπριακού κράτους. Το Μάρτιο του 1969 έδωσε στη δημοσιότητα «Δήλωση», με την οποία κατήγγειλε το δικτατορικό καθεστώς που είχε επιβληθεί στην Ελλάδα από το 1967. Η «Δήλωση» είχε διεθνή απήχηση και αποτέλεσε το έναυσμα για τηναντιδικτατορική συσπείρωση του πνευματικού κόσμου. Πέθανε στις 20 Σεπτ. 1971. Η κηδεία του πήρε χαρακτήρα πάνδημης αντιδικτατορικής εκδήλωσης. Για την ποίησή του και το σύνολο του πνευματικού του έργου είχε τιμηθεί στην Ελλάδα με το «Έπαθλο Παλαμά» (1947) και στο εξωτερικό, όπου το έργο του είχε γίνει γνωστό από μεταφράσεις σε πολλές γλώσσες, το βραβείο Foyle στο Λονδίνο (1961) και το Νόμπελ Λογοτεχνίας (1963). Είχε αναγορευτεί επίτιμος διδάκτορας φιλολογίας στα Πανεπιστήμια Καίμπριτζ (1960), Θεσσαλονίκης (1964), Οξφόρδης (1964) και Πρίνστον (1965). Είχε, τέλος, εκλεγεί επίτιμο μέλος της American Academy of Arts and Sciences (1966) και μέλος του Institute of Advanced Studies του Πρίνστον (1968).

Η επίσημη εμφάνιση του Σεφέρη στο χώρο της λογοτεχνίας γίνεται το 1931, με την ποιητική συλλογή Στροφή. Μέχρι τότε είχε δημοσιεύσει ελάχιστα δείγματα γραφής, παρά το γεγονός ότι η λογοτεχνία τον απασχολεί από τα φοιτητικά του χρόνια. Η σιωπή του κατά τη δεκαετία του 1920 συνιστά μια περίοδο παρατεταμένης προετοιμασίας κατά την οποία προσπαθεί να αρθρώσει τη δική του ποιητική φωνή, επιδιώκοντας μορφική και εκφραστική αρτιότητα. Η ισχνή από άποψη έκτασης Στροφή (περιέχει 13 ολιγόστιχα ποιήματα και τον εκτενέστερο «Ερωτικό Λόγο») είναι πράγματι βιβλίο με πολυδουλεμένους στίχους σε παραδοσιακή φόρμα, που εκμεταλλεύεται με νέες δημιουργικές προεκτάσεις τις στιχουργικές δυνατότητες της μέχρι τότε ποίησης. Από την άποψη αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως οριακό βιβλίο. Η αμφισημία του τίτλου δεν δηλώνει απλώς μια νέα, ιδιωτική κατεύθυνση του ποιητή, αλλά, όπως απέδειξε και η συνέχεια της πορείας του Σεφέρη, έναν καινούργιο προσανατολισμό της νεοελληνικής ποίησης. Τον επόμενο χρόνο (1932) η πλακέτα Η στέρνα ολοκληρώνει την πρώτη φάση της σεφερικής δημιουργίας. Πρόκειται για ένα εκτενές ποίημα, σε 23 πεντάστιχες στροφές, δυσδιάκριτο κεντρικό άξονα και πολλαπλά σύμβολα. Σύμφωνα με ορισμένους κριτικούς, Η στέρνα είναι το αρχιτεκτονικό σύμβολο του θανάτου· κατ' άλλους, η περιοδική επιστροφή της χαράς και του πόνου, η ποιητική όραση του ζώντος κόσμου. Αν τα δύο πρώτα βιβλία του Σεφέρη απηχούν επιρροές από τη γαλλική ποίηση της εποχής, κυρίως από τους Π. Βαλερύ*. Ζ. Λαφόργκ* και Στ. Μαλλαρμέ*, η μετέπειτα πορεία του διασταυρώνεται με την ποίηση του Έζρα Πάουντ* και κυρίως του Τ.Σ. Έλιοτ*, του οποίου ο Σεφέρης μετέφρασε στα ελληνικά την Έρημη Χώρα (1936) και άλλα ποιήματα, καθώς και το ποιητικό δράμα Φονικό στην εκκλησιά (1963).

Η πολυσυζητημένη σχέση Σεφέρη - Έλιοτ δεν αποτελεί περίπτωση μίμησης. Πρόκειται για δύο παράλληλες ποιητικές συνειδήσεις, στηριγμένες σε διαφορετικές πολιτισμικές παραδόσεις, που ανασυνθέτουν την πορεία των παραδόσεων αυτών μέσα από το πρίσμα της ιστορικής, διαχρονικής εμπειρίας. Συχνά η κριτική έχει θεωρήσει την επόμενη συλλογή του Σεφέρη Μυθιστόρημα (1935) ως την ελληνική Έρημη Χώρα. Η συλλογή αυτή, από τις σημαντικότερες της σεφερικής δημιουργίας αλλά και της ελληνικής νεωτερικής ποίησης γενικότερα, αποτελείται από 24 ποιήματα (ο αριθμός υπαινίσσεται τις ισάριθμες ραψωδίες των ομηρικών επών) και οριοθετεί μια εντελώς νέα εκφραστική. Λόγος απέριττος, σύμβολα αντλημένα από τη μακραίωνη ελληνική παράδοση, μορφή ελεύθερη που διατηρεί όμως έναν αυστηρό εσωτερικό ρυθμό. Μέχρι τον Πόλεμο του 1940 θα ακολουθήσουν η Γυμνοπαιδία (1936) και οι συλλογές Τετράδιο Γυμνασμάτων, 1928 - 1937 (1940) με πολύ σημαντικά ποιήματα, που ο Σεφέρης χαρακτηρίζει ως «κομμάτια της περίστασης» και ασκήσεις, και το Ημερολόγιο καταστρώματος, α' (1940), όπου περιλαμβάνει δύο από τα σημαντικότερα ποιήματά του «Η τελευταία μέρα» και «Ο βασιλιάς της Ασίνης». Στα έργα αυτά, όπως και στα επόμενα, μαρτυρείται και πάλι ο επίπονος αγώνας του Σεφέρη για την ισορροπία μορφής και ουσίας. Στηριγμένος στη γόνιμη θητεία του στο ελληνικό ποιητικό παρελθόν, τη γενικότερη πολιτισμική μας παράδοση, αλλά και στην ευρωπαϊκή πρωτοπορία της εποχής του, αναζητεί την ιστορική συνέχεια ψηλαφώντας τους χαμένους πολιτισμούς (οι αρχαιολογικοί χώροι και τα αγάλματα αποτελούν προσφιλή μοτίβα της ποίησής του). Η προσφυγή στο παρελθόν τονίζει την ένταση του παρόντος και τις αντιστοιχίες με τις περιπέτειες και τα δεινά του σύγχρονου ανθρώπου (εποχή Β' Παγκόσμιου Πολέμου). Το εκτεταμένο φιλολογικό υπόβαθρο του έργου του, δεν εμποδίζει τους στίχους του να διατηρούν διαύγεια και αμεσότητα, όπου κυριαρχεί ο καίριος, συχνά γνωμικός, λόγος.

Το Ημερολόγιο καταστρώματος, β' (1944), γραμμένο κατά τα χρόνια της διαμονής του ποιητή στην Αίγυπτο και τη Νότια Αφρική, μας αποκαλύπτει εντονότερα και εμφανέστερα από άλλοτε την πολιτική διάσταση της σεφερικής ποίησης, την αγωνία ενός έντιμου ανθρώπου για τα κοινά, καθώς και για την αναπόφευκτη κοινή μοίρα. Το 1947 θα δημοσιεύσει το πιο δύσκολο ποίημά του, την τριμερή Κίχλη (όνομα βυθισμένου από τους Γερμανούς πλοίου στο λιμάνι του Πόρου). Η Κίχλη είναι φορτισμένη από τις τραυματικές εμπειρίες του πολέμου αλλά και του εμφύλιου σπαραγμού που είχε αρχίσει στην Ελλάδα. Το 1950 κυκλοφορούν τα Ποιήματα 1924 - 1946. Το 1955, ενώ έχει αρχίσει ο Κυπριακός αγώνας, ο Σεφέρης τυπώνει τη συλλογή ...Κύπρον, ου μ' εθέσπισεν... (που αργότερα θα μετονομαστεί σε Ημερολόγιο καταστρώματος, γ) αποδίδοντας με την προσωπική ποιητική του μέθοδο τη μοίρα του νησιού. Η έσχατη συλλογή που τύπωσε όσο ζούσε, τα Τρία κρυφά ποιήματα (1966) συνιστούν απολογισμό ζωής, με κάπως ερμητικά νοήματα, αλλά πάντα με εκφραστική καθαρότητα. Η ποιητική του παραγωγή ολοκληρώνεται με το μεταθανάτιο τόμο Τετράδιο Γυμνασμάτων, β' (1976), με φιλολογική επιμέλεια του Γ.Π. Σαββίδη*, ο οποίος έχει επιμεληθεί τις περισσότερες εκδόσεις έργων του ποιητή.

Την ίδια υψηλή ποιοτική στάθμη με την ποίησή του έχουν και τα δοκίμια του Σεφέρη, υποδείγματα γλωσσικής στιλπνότητας και βαθύτατου στοχασμού. Κεντρικά θέματα των δοκιμίων είναι η ζωντανή ελληνική παράδοση (Ερωτόκριτος, Μακρυγιάννης*, Θεόφιλος*), το αίτημα της ελληνικότητας και οι σύγχρονες τάσεις του ευρωπαϊκού πνεύματος (Διάλογος πάνω στην ποίηση, Έλιοτ, Φόρστερ*, Στραβίνσκι*). Τα δοκίμια για τον Καβάφη*, τον Κάλβο*, τον Παλαμά*, τον Σικελιανό*, ο παραλληλισμός Καβάφη - Έλιοτ, οι σελίδες για τον Δαντη*, τους Δελφούς, τα μοναστήρια της Καππαδοκίας, τους Ομηρικούς Ύμνους κ.ά. αποτελούν κορυφαίες στιγμές του ελληνικού δοκιμίου (Δοκιμές, 1944, οριστική έκδοση σε δύο τόμους, 1974).

Εξαιρετικό ενδιαφέρον τόσο για τον εξομολογητικό τόνο, που μας αποκαλύπτει το ποιητικό εργαστήρι του Σεφέρη, όσο και για την ποιότητα της γραφής τους, παρουσιάζουν οι τόμοι του προσωπικού ημερολογίου του, που άρχισαν να δημοσιεύονται μετά το θάνατό του υπό το γενικό τίτλο Μέρες (6 τόμοι μέχρι σήμερα, που καλύπτουν το διάστημα 1925 - 56). Ειδικότερο και πάντως όχι μόνο πολιτικό ενδιαφέρον παρουσιάζει και το Πολιτικό Ημερολόγιο του Σεφέρη (2 τόμοι μέχρι σήμερα, για το διάστημα 1935 - 52), καθώς και το συναφές πεζό Χειρόγραφο Σεπ. '41 (1972), στα οποία καταφαίνεται ο διορατικός διπλωμάτης αλλά και ο ευσυνείδητος δημόσιος λειτουργός που υπηρετεί με επάρκεια και αρετή την πατρίδα.

Αξιόλογη είναι και η μεταφραστική εργασία του Σεφέρη. Εκτός από τα έργα του Τ.Σ.  Έλιοτ που αναφέρθηκαν ήδη, απέδωσε στη νεοελληνική γλώσσα το Άσμα Ασμάτων (1965), την Αποκάλυψη του Ιωάννη (1966) και μετέφρασε ποιήματα συγχρόνων Ευρωπαίων και Αμερικανών ποιητών (Αντιγραφές, 1965), καθώς και κείμενα της αρχαίας γραμματείας (Μεταγραφές, 1980). Από την υπόλοιπη παραγωγή του, η οποία δημοσιεύεται με γοργό ρυθμό μετά το θάνατό του και αναιρεί την παλαιότερη εντύπωση περί ολιγογράφου Σεφέρη, μνημονεύεται το μυθιστόρημα Έξι νύχτες στην Ακρόπολη (1974). Πλούσια φαίνεται να είναι και η επιστολογραφία του. Μέχρι σήμερα διαθέτουμε δύο σχετικούς τόμους: την αλληλογραφία με τον Γ. Θεοτοκά* (1975) και με τον Κύπριο ζωγράφο Δ. Διαμαντή* (1985).

Ο Σεφέρης εμφανίζεται σε μια εποχή κατά την οποία η ελληνική ποίηση διέρχεται περίοδο έντονης κρίσης και εκφραστικού αδιεξόδου. Το σύνολο των ποιητών βρίσκεται ακόμη κάτω από τη «βαρειά σκιά του Παλαμά». Τρία χρόνια πριν από την εμφάνιση της Στροφής, η αυτοκτονία του Καρυωτάκη* συνοψίζει και συμβολίζει τη θέση των νεοτέρων. Το κλίμα του καρυωτακισμού είναι ένα καινούριο αδιέξοδο. Η περίπτωση του Καβάφη, αμφιλεγόμενη ακόμη και περίπου αιρετική για το τότε ποιητικό καθεστώς, μόλις έχει αρχίσει να γίνεται ευρύτερα αισθητή και να αποτελεί σημείο αναφοράς. Χαρακτηριστική είναι από την άποψη αυτή η δυσκολία με την οποία οικειώνεται ο Σεφέρης την ποίηση του Αλεξανδρινού: για περισσότερο από είκοσι χρόνια προσπαθεί να τελειώσει το τελικώς ανολοκλήρωτο βιβλίο του για τον Καβάφη, παρά το γεγονός ότι οι σχετικές δοκιμές του συνιστούν μερικές από τις πιο οξυδερκείς προσεγγίσεις στον Καβάφη. Έτσι, με τα πρώτα του βιβλία ο Σεφέρης φαίνεται να ανανεώνει την παράδοση (ο δεκαπεντασύλλαβος του Ερωτικού Λόγου είναι ήδη μια κορυφαία στιγμή, χωρίς συνέχεια έκτοτε), αλλά η εμβέλεια της ποίησής του είναι φανερό ότι υπερβαίνει τον παραδοσιακό χώρο. Ο τόνος της φωνής του θα αποκτήσει πράγματι καινοφανείς διαστάσεις με το Μυθιστόρημα. Λόγος λιτός, απέριττος, χωρίς φραστικά στολίδια και καταχρήσεις λεκτικών σχημάτων, που ήσαν τόσο προσφιλείς και συνήθεις στη μέχρι τότε ποιητική παραγωγή. Η καθαρότητα του λόγου του δε συμβαδίζει πάντοτε με τη νοηματική φόρτιση των στίχων του, η οποία αντλεί σύμβολα, ονόματα και δάνειες φράσεις από τη μακραίωνη πολιτισμική παράδοση του τόπου μας. Βαθύς γνώστης της αρχαίας, μεσαιωνικής και νεότερης γραμματείας μας συλλαμβάνει τη διαχρονική πορεία του ελληνισμού, στηριζόμενος πάντοτε στις ιστορικές ή μυθικές αντιστοιχίες του παρόντος. Ολόκληρη η ποίησή του διακατέχεται από αυτό που ο ίδιος ονόμασε επιγραμματικά «καημό της ρωμιοσύνης». Η φυλετική περιπέτεια εκφράζεται συχνά με αντιθετικά ζεύγη εννοιών, δικαιοσύνη - αδικία, φως - σκοτάδι, τέχνη - καθημερινότητα. Ο πόνος της πατρίδας που αποτυπώνεται στους στίχους του, ανάλογος με εκείνον των Απομνημονευμάτων του Μακρυγιάννη, δε στενεύει, παρά ταύτα, την οπτική και την ευαισθησία του. Με τον Σεφέρη, η ζωντανή, γηγενής παράδοση, διατηρώντας πάντα την ευκρίνεια και την αυτοτέλειά της, συμπορεύεται με τη σύγχρονη ευρωπαϊκή παιδεία (το μείζον αυτό θέμα, που συχνά συγχέεται με το «αίτημα της ελληνικότητας», έχει αναπτύξει ο Σεφέρης στο δοκίμιό του Διάλογος πάνω στην ποίηση, που αποτέλεσε άκρως ενδιαφέρουσα δημόσια συζήτηση με τον Κ. Τσάτσο). Λόγιος ποιητής, όπως όλοι οι μεγάλοι ποιητές της νεότερης Ελλάδας, διακρίνεται επιπλέον για την έντονη σατιρική του φλέβα (Τετράδιο γυμνασμάτων, β), ενώ η πολιτική διάσταση του έργου του, χωνεμένη και δυσδιάκριτη πριν από τον πόλεμο (όπως στα ποιήματα «Απόφαση της λησμονιάς», «Η τελευταία μέρα», «Άνοιξη μ.Χ.» κ.ά.) γίνεται τολμηρότερη και ευκρινέστερη μετά το 1940, όπως στις συλλογές Ημερολόγιο καταστρώματος β', Κίχλη, ... Κύπρον ου μ' εθέσπισεν..., καθώς και στο ύστατο ποίημά του «Επί ασπαλάθων». Σήμερα, με την εμφάνιση αδημοσίευτων έργων του και με τη συνεχιζόμενη έκδοση του προσωπικού του ημερολογίου, μπορούμε να αποφανθούμε ότι το βασικό γνώρισμα της ποιητικής, δοκιμιακής και μεταφραστικής του εργασίας είναι η ενότητα. Στο πρόσωπό του η νεοελληνική γραμματεία αναγνωρίζει έναν από τους κλασικούς του αιώνα μας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Βασικά βοηθήματα για τη μελέτη του σεφερικού έργου είναι η Βιβλιογραφία Γιώργου Σεφέρη του Γ.Κ. Κατσίμπαλη (1961) και η Εργογραφία Σεφέρη του Δημήτρη Δασκαλόπουλου (1979). Από την πλουσιότατη σχετική φιλολογία μνημονεύονται ενδεικτικά οι ακόλουθες εργασίες: Αλέξ. Αργυρίου. Δεκαεπτά μελέτες για τον Σεφέρη (1986). Νάσος Βαγενάς, Ο ποιητής και ο χορευτής. Μια εξέταση της ποιητικής και της ποίησης του Σεφέρη (1979). Mario Vitti, Φθορά και Λόγος εισαγωγή στην ποίηση του Γιώργου Σεφέρη (1978). Γ. Γιατρομανωλάκης, «Ο Βασιλιάς της Ασίνης». Ανασκαφή ενός ποιήματος (1986). Α. Καραντώνης, Ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης (1931, πολλές επανεκδόσεις με συμπληρώματα). Ερατοσθένης Γ. Καψωμένος, Η συντακτική δομή της ποιητικής γλώσσας του Σεφέρη (1975). Γιάννης Κιουρτσάκης, Ελληνισμός και Δύση στο στοχασμό του Σεφέρη (1979). Τίμος Μαλάνος, Η ποίηση του Σεφέρη (1951 και επανεκδόσεις με συμπληρώματα). Δ. Ν. Μαρωνίτης, Η ποίηση του Γιώργου Σεφέρη (1984). Γ.Λ. Σαββίδης (επιμ.), Ο Καβάφης του Σεφέρης (1984). Τάκης Σινόπουλος, Τέσσερα μελετήματα για τον Σεφέρη (1984). Ιωάννα Τσάτσου, Ο αδερφός μου Γιώργος Σεφέρης (1973). Α.Κ. Χριστοδούλου, Η «Στροφή» του Σεφέρη (13τ., 1981 - 84). Για τον Σεφέρη. Τιμητικό αφιέρωμα στα τριάντα χρόνια της «Στροφής» 1961, με 23 συνεργασίες διαφόρων). Ommaggio a Seferis (Πάντοβα 1970). Memoria di Seferis (Πάντοβα 1976). Κύκλος Σεφέρη. Εταιρεία Σπουδών Μωραΐτη (1980). Ο Σεφέρης στην Πύλη της Αμμοχώστου (1987, 7 μελέτες διαφόρων). Αφιέρωμα περιοδικών: Νέα Εστία (1972), Αντί (1972), Labrys, Λονδίνο (1983), Γράμματα και Τέχνες (1985), Charioteer (Νέα Υόρκη 1985). Η Λέξη (1986), Διαβάζω 1986)

Δημήτρης Δασκαλόπουλος

Φωτογραφίες

Ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης. Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, 1963.Ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης. Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, 1963.