Αναζήτηση:

Διάκος, Αθανάσιος (Μουσουνίτσα Παρνασσίδας, 1786 - Λαμία, 1821)

Επάγγελμα: Αγωνιστής

Ημερομηνίες: 1786 - 1821

Διάκος, Αθανάσιος (Μουσουνίτσα Παρνασσίδας, 1786 - Λαμία, 1821)

Διάκος, Αθανάσιος (Μουσουνίτσα Παρνασσίδας, 1786 - Λαμία, 1821). Αγωνιστής του 1821, που ο ηρωισμός του και ο μαρτυρικός του θάνατος τον τοποθέτησαν σε κορυφαία θέση στη συνείδηση του λαού. Γιος του Νίκου Μασαβέτα, σε εφηβική ηλικία μόνασε ως δόκιμος στη Μονή του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου της Αρτοτίνας, (χωριού της Παρνασσίδας), που παλαιότεροι ερευνητές τη θεωρούν τόπο της γέννησής του. Ο χρόνος της φυγής του από τη Μονή και οι λόγοι που τον οδήγησαν στο αρματολίκι του Γούλα Σκαλτσά δεν είναι ακριβώς γνωστοί, μολονότι αποτέλεσαν αντικείμενο ερευνών κατά τον περασμένο αιώνα. Βέβαιο είναι ότι ο Αθανάσιος Μασαβέτας, που το επώνυμο του λησμονήθηκε και έγινε γνωστός ως Αθανάσιος Διάκος, βρισκόταν πέντε ή έξι χρόνια πριν από την Επανάσταση στα Ιωάννινα και υπηρέτησε στο σώμα των «τσοχανταρέων» (σωματοφυλάκων) του Αλή* πασά, όπου συνδέθηκε στενά με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο*. Όταν ο Ανδρούτσος το 1816 διορίστηκε από τον Αλή πασά αρχηγός του αρματολικιού της Ρούμελης, ο Διάκος τον ακολούθησε, και όταν το 1820 ο ήρωας της Γραβιάς το εγκατέλειψε για να σωθεί από την καταδίωξη του Μπαμπά πασά, που είχε οργανώσει εκστρατεία για την εκκαθάριση της περιοχής, ο Διάκος εκλέχτηκε από τους άλλους οπλαρχηγούς αρχηγός στο αρματολίκι. Τότε μυήθηκε και στη Φιλική Εταιρεία. Λίγο πριν από την έναρξη του Αγώνα ο Διάκος έστειλε τον υπαρχηγό του Βασίλη Μπούσγο στην Πάτρα, για να συγκεντρώσει πληροφορίες σχετικά με την εξέγερση, ενώ την ίδια εποχή ο Μακρυγιάννης* είχε πάρει εντολή να συναντήσει το Διάκο και τον Πανουργιά*, για να τους πει «να βαρέσουνε σε όλα τα μέρη» της ανατολικής Ρούμελης. Από τη μονή του Οσίου Λουκά, όπου κατά την παράδοση συγκεντρώθηκαν οι οπλαρχηγοί, ο Διάκος πήγε στη Λιβαδειά, και με τον πρόκριτο της πόλης Λάμπρο Νάκο ύψωσε την επαναστατική σημαία και αφόπλισε τους Τούρκους (30 Μαρτ. - 1 Απρ.). Στις 31 Μαρτίου έστειλε τον εξάδερφό του Αντώνη Κοντοσόπουλο να ξεσηκώσει το Ταλάντι (Αταλάντη) και την 1 Απριλίου το Βασίλη Μπούσγο στη Θήβα. Τις ίδιες ημέρες οι παλιοί κοτζαμπάσηδες της Λιβαδειάς Νίκος Νάκος, Ιωάννης Λογοθέτης και Ιωάννης Φίλων σχημάτισαν επαναστατική επιτροπή και διόρισαν το Διάκο «κολονέλον» με «πεντακοσιάρχους» τους Βασ. Μπούσγο, Γιάννη Λάππα, Μ. Τριανταφυλλίνα και Νικ. Σιμαρέση. Σε στενή συνεργασία με άλλους οπλαρχηγούς (Μήτσο Κοντογιάννη, Πανουργιά και Γιάννη Δυοβουνιώτη*), ο Διάκος ετοιμάστηκε να αντιμετωπίσει την τουρκική στρατιά, που με αρχηγούς τον Κιοσέ* Μεχμέτ πασά και τον Ομέρ Βρυώνη* είχε ξεκινήσει από την Ήπειρο για να καταστείλει την εξέγερση στην Ανατολική Ελλάδα και να εισβάλει κατόπιν στην Πελοπόννησο. Σύμφωνα με το τελικό σχέδιο και ύστερα από συζητήσεις για τον τρόπο αντιμετώπισης των Τούρκων, ο Δυοβουνιώτης κατέλαβε τη γέφυρα του Γοργοπόταμου, ο Πανουργιάς κατευθύνθηκε στο χωριό Μουσταφάμπεη και στη Χαλκωμάτα (στο δρόμο των Σαλώνων), ενώ ο Διάκος με 500 άνδρες θα αντιμετώπιζε τους Τούρκους στη γέφυρα της Αλαμάνας, όπου είχε τοποθετήσει τους έμπιστούς του Κώστα Καλύβα και Μπακογιάννη. Ο ίδιος θα έλεγχε το δρόμο από τη Δαμάστα.

Στις 22 Απριλίου ο Ομέρ Βρυώνης επιτέθηκε συγχρόνως εναντίον όλων των σημείων όπου βρίσκονταν τα ελληνικά σώματα, και με τη συνεργασία του Κιοσέ Μεχμέτ εναντίον της γέφυρας της Αλαμάνας. Καθώς ο Πανουργιάς και ο Δυοβουνιώτης είχαν υποχρεωθεί να συμπτυχθούν, το βάρος του αγώνα έπεφτε στο Διάκο, που πολέμησε με ηρωισμό, μολονότι πολλοί από τους άνδρες του είχαν πέσει νεκροί. Ύστερα από πολύωρο αγώνα, τραυματισμένος στο δεξί χέρι, αιχμαλωτίστηκε το απόγευμα της Κυριακής της 24ης Απριλίου και μεταφέρθηκε στη Λαμία, όπου θανατώθηκε με φρικτό τρόπο. Ο θάνατος του Διάκου συγκλόνισε τους αγωνιστές, που εντούτοις απτόητοι συνέχισαν τον αγώνα. Η θυσία του ενίσχυσε το φρόνημα των Ελλήνων και ο Μακρυγιάννης, γράφοντας μετά την Επανάσταση, αναφερόταν στη μάχη και στη θυσία του Διάκου με τη φράση: «Πατρίς, να θυμάσαι και να λαμπρύνεις εκείνους οπού πρωτοθυσιάσθηκαν στην Αλαμάνα, πολεμώντας με τόση δύναμη Τούρκων». Ο Διάκος έγινε σύμβολο που ενέπνευσε ποιητές, πεζογράφους και καλλιτέχνες, και κυρίως τη λαϊκή μούσα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Τάκης Λάππας, Ο ήρωας της Αλαμάνας (Αθήνα 1961). Κ. Παπαχρήστος, «Πού εγεννήθη ο Αθανάσιος Διάκος», Πρακτικά Ακαδημίας Αθηνών (τ. 14, Αθήνα 1939, όπου και μνεία παλαιότερων μελετών). Θ. Σπεράντοας, Από το συναξάρι του 1821, Ο Θανάσης Διάκος (Αθήνα 1964).

Βασίλης Σφυροέρας

 

Φωτογραφίες

Αθανάσιος Διάκος. Ο ηρωικός αγωνιστής του 1821. Ελαιογραφία (Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο).Αθανάσιος Διάκος. Ο ηρωικός αγωνιστής του 1821. Ελαιογραφία (Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο).